Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Χιονίζει!

Ακόμα τα μάτια κλειστά. Λίγο το κρύο, λίγο η κούραση, λίγο που ξέρω να προσανατολίζομαι στο σπίτι μου και με κλειστά τα μάτια. Αλλά ξαφνικά..α.. Μια ενστικτώδης κραυγή βγαίνει από μέσα μου. Μήπως δεν βγήκε καν; Ούτε που ξέρω...
Έξω από το παράθυρο, λευκό χιόνι να πέφτει. Το πρώτο για αυτόν τον χειμώνα.Ξαφνικά τα μάτια άνοιξαν και αν και δεν είχα μπροστά μου καθρέφτη για να το επιβεβαιώσω είμαι σχεδόν σίγουρη πως χαμογέλασα. Ενστικτωδώς.
- Χιονίζειιιι, φώναξε μέσα μου μια παιδική φωνή. 
- Αλήθεια;, φώναξε μία δεύτερη πολύ γνώριμη. Λες να το στρώσει; Να φτιάξουμε χιονάνθρωπο, να παίξουμε χιονοπόλεμο και να μην πάμε σχολείο;
- Αν συνεχίσει έτσι σίγουρα θα το στρώσει. Αρκεί να μην βρέξει και το λιώσει η βροχή. Αχ! Μακάρι να μην βρέξει.
Ένας διάλογος πολύ γνώριμος αντήχησε μέσα στο κεφάλι μου. Και τότε θυμήθηκα για τα καλά. Εμάς, μικρές αγουροξυπνημένες, γεμάτες ενθουσιασμό για τη λευκή παχιά αυτή βροχή. Χωρίς να μας νοιάζει ότι το χιόνι συνεπάγεται κρύο και ίσως πυρετό και παγωμένα χέρια και πόδια, εμείς φωνάζαμε από χαρά. Χιόνιιι.
Αυτή η άσπρη καταιγίδα μας γέμιζε ελπίδες σαν να μας εξάγνιζε, σαν να σταματούσε το χρόνο, σαν να άλλαζε το χώρο.
Και τώρα εγώ εδώ και εσύ εκεί. Κάποιες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Φυσική και συναισθηματική απόσταση. Γιατί; Γιατί να μην ήμαστε ακόμα μικρές και να παίζαμε κάτω από τις φουντουκιές στο χωριό, να γεμίζαμε την μπανιέρα με τα κουζινικά μας και να τσαλαβουτούσαμε μέσα. Γιατί να μην τσακωνόμαστε και μετά να φιλιώνουμε..να..έτσι..σε 10 λεπτά.
Τελικά, ίσως όσο πιο μακριά είσαι από τις μνήμες και τους δημιουργούς αυτών τόσο πιο πολύ τους εκτιμάς, τους θες πίσω, πικραίνεσαι για την παρελθοντική τους υπόσταση.
Δεν έχασα ευκαιρία. Σου μετέφερα αμέσως τις σκέψεις μου. Και είμαι σίγουρη πως ακόμα και αν εσύ δεν είδες χιόνι σήμερα, άκουσες από κάπου μακριά δύο παιδικές φωνές να ουρλιάζουν...χιονίζειιιιι!


σαν-αερικό

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Θα τα παρατήσω όλα και θα γίνω πριγκίπισσα

Χα. Αστείο. Ένας κόσμος γεμάτος άγχη και αγωνίες και φόβους και τρεμούλες. Μαύρες γραμμές που επισημαίνουν ένα μόνο πράγμα: δεν τα χεις καλά με σένα. Όχι. Ούτε η συνέντευξη για μία δουλειά δεν είναι τρομακτική, ούτε ο καιρός φταίει , ούτε ο διπλανός που σου μίλησε απότομα.
Φταις εσύ. Εσύ που κάποτε δεν κοιμόσουν γιατί ήθελες να ονειρευτείς. Εσύ, που έπιανες από τα μαλλιά κάθε λεπτό και δευτερόλεπτο και το έκανες χρωματιστό. Εσύ, που έφερνες κύκλους στα 8τμ. δωμάτιό σου. Και τώρα πέφτεις σαν το τούβλο στο κρεβάτι, και κοιτάς το ρολόι με ανυπομονησία για το πότε θα περάσουν άλλες 2 ώρες και που οι μόνοι κύκλοι που φέρνεις είναι όταν αλλάζεις νωχελικά πλευρό για να κοιμηθείς καλύτερα.
Έτσι, λένε είναι η πραγματικότητα. Έτσι είναι η ζωή και απλά ψάχνεις για τις μικρές μαγικές στιγμές στις οποίες θα ανταμειφθείς. Οι οποίες θα είναι λίγο λιγότερο μίζερες. Ένα πάρε δώσε αν έχω αντιληφθεί καλά. Κάτσε ένα λεπτό να δω αν με συμφέρει (ναι πλέον κοιτάω το συμφέρον μου): εγώ θα σου δώσω τη ζωή μου, το εγώ μου και την αύρα μου και εσύ ως αντάλλαγμα θα μου προσφέρεις 2-3 στιγμές όμορφες στιγμές. Θα πω όχι. (Ευτυχώς που στο δημοτικό αντάλλασσα αυτοκόλλητα με τις συμμαθήτριες και γνωρίζω τι θα πει δίκαιη ανταλλαγή γιατί μου φαίνεται παρολίγον να πιαστώ κορόιδο.)
Χα! Μου ξέφυγα.. Μου; Σου; Μου.. Σίγουρα μου. Να ξεφεύγεις από τις λούπες του εαυτού σου. Να μπορείς να φέρνεις για λίγο στο νου την ιδεατή εικόνα σου όπως κάποτε την είχες χτίσει. Και ναι η πραγματικότητα είναι σκληρή. Και ναι, οι τεμπέλιδες και οι οπορτουνιστές μόνο να χάσουν έχουν. Αλλά εγώ; Εγώ γιατί να χάσω; Εγώ γιατί δεν χαμογελάω τόσο συχνά πια;
Παράξενος κόσμος. Παράξενα πλασμένος. Παράξενη εγώ. Παράξενο και το ποστ. 
Θα τα παρατήσω όλα και θα γίνω πριγκίπισσα και θα δείξω σε σένα και σε μένα τι θα πει ευτυχία. Θα έχω και ένα ραβδί. Μαγικό θα είναι. Και όταν δεν χαμογελάς θα σε σκουντάω στο κεφάλι μέχρι να πεις χα.


σαν αερικό

Σάββατο 23 Μαρτίου 2013

Σαν κουκκίδα

Έχεις ποτέ σου νιώσει μικρός; Τόσο μικρός που να χάνεσαι, να χωράς στην τρύπα μίας καρφίτσας, να βυθίζεσαι σε έναν αχανή ωκεανό;
Εγώ ποτέ μου. Ποτέ μου μέχρι τώρα. Ξαφνικά όνειρα και σχέδια που μία ζωή έχτιζα και πίστευα ότι ήταν η ταυτότητά μου, τα βλέπω υλοποιημένα σε άλλους ενώ εγώ ακόμα τα προσπαθώ. Εκεί που πίστευα ότι ήμουν η μοναδική έχασα την αυθεντικότητά μου. Τι είμαι λοιπόν;
Μία κουκκίδα. Μία κουκκίδα πάνω στο χάρτη.  Πότε από δω, πότε από κει. Πότε βόρεια και δυτικά πότε νότια και ανατολικά. Αυτή η "σχεδόν ανυπαρξία" του σώματός μου, της υπόστασής μου, με τρομάζει. Και τι πρέπει λοιπόν να κάνω για να έρθω κοντά στα όνειρά μου;
Τι πρέπει να κάνω για να ανακαλύψω αυτά που τόσα χρόνια αναζητώ; Και γιατί για κάποιους άλλους όλα αυτά είναι δεδομένα; Φαίνονται σχεδόν έμφυτα. 
Πολλές φορές σκέφτομαι πως δεν μπορώ να ενταχθώ στην πραγματικότητα. πως βρίσκομαι, κινούμαι και συμπεριφέρομαι σύμφωνα με τους κανόνες της δικής μου σφαίρας. Πως δεν μπορώ να συμβιώσω με την κανονικότητα της πραγματικότητας. Τρελή.
Όλα ταιριάζουν και είναι αταίριαστα. Όλα συμβαίνουν και μου αποδεικνύουν ότι...ότι ίσως ήμουν λάθος. Ή ότι ίσως η πραγματικότητα, αυτή στην οποία πρέπει θέλοντας ή μη να ενταχθώ εγώ και τα σχέδια μου, δεν είναι φτιαγμένη για μένα. Είναι πιο δύσκολη, λιγότερο συγκινησιακή, πιο πραγματική. Και εγώ είμαι μία κουκκίδα.



  

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Tο χαμένο δαχτυλίδι

Ήταν το δαχτυλίδι μου. Το δικό μου δαχτυλίδι, μέχρι που σήμερα έγινε τροφή του μαύρου και σκοτεινού υπόνομου. Ήταν η στιγμή που είχα δείξει σε όλους μου τους φίλους και γνωστούς τη νέα μου ζωή, τα νέα μου σχέδια. Όλοι φάνηκαν να χαίρονται. Μου εύχονταν καλή τύχη. Από πίσω ακούγονταν στίχοι του Θανάση και η Δήμητρα μου έλεγε τους προβληματισμούς της. Εγώ παρέμενα χαρούμενη. Μία νέα ζωή. Μία νέα πόρτα ανοίγει για μενα και δεν έχω παρά να κοιτάξω τι κρύβει το εσωτερικό της. Μυστικά που περιμένουν να εξιχνυαστούν και ιστορίες που περιμένουν να ζωντανέψουν. Και το μπουζούκι να παίζει δίπλα μου. Παρατηρούσα τα δάχτυλα όπως ταξίδευαν στα διάφορα τάστα. 'Ομως η πένα παρέμενε στις 2 τελευταίες χορδές. Για να ακούγεται ο ήχος πιο παραπονιάρικος. Όλοι άκουγαν το παράπονο του μπουζουκιού. Θα μου λείψεις, μου είπε.
Δεν έπρεπε να βουρκώσω. Άλλωστε θα είμαι εδώ πάντα. Δεν θα φυγω και θα ρίξω μαύρη πέτρα πίσω μου. 'Η θα ρίξω; Αχάριστη θα με χαρακτήριζα και άμυαλη. Μα τι λες; 
Δική σου είναι η ζωή, εσύ την υποτάσσεις. Και μετά κοίταξα εκείνο το δαχτυλίδι. Το δαχτυλίδι που χρειάζεται να ανατρεξω σε παλιά άλμπουμς φωτογραφιών και να αναγνωρίσω το πόσο παλιό είναι. Το δαχτυλίδι που σήμαινε μία εποχή για μένα. Την εποχή όπου μπορούσα ακόμα να μυρίσω την άνοιξη. Όπου επιθυμούσα να κάνω μία βόλτα στο βουνό. Την  εποχή όπου χώριζα και ερωτευόμουν χωρίς μέτρημα και έλεγχο και την εποχή όπου ένα τραπέζι με 5 καρέκλες ήταν η ευτυχία μου, το στήριγμά μου, η έκφραση της ψυχής μου, η δύναμή μου. Την εποχή όπου 4 στόματα και 4 φωνές έμπλεκαν με το εγώ μου. Γίνονταν ένα και συμβάδιζαν.
Τελείωσε άραγε αυτή η εποχή; αναρωτιέμαι. Όσο σε κοίταζα στα μάτια έλεγα μεσα μου όχι. Αποκλείεται. Είμαι και θα είμαι πάντα και για πάντα εδώ. Μακριά ή κοντά. 10 λεπτά ή 10 ώρες είμαι εδώ. Σχεδόν πείστηκα. 
Έκλεισα τα μάτια και τραγούδησα. Στίχους βγαλμένους από την ψυχή, από το χωριό, απ΄τον άνθρωπο. Το τραγούδι τελείωσε. Το τέλος του τραγουδιού, με βρήκε να κοιτάζω την τρύπα ενός νιπτήρα που σαν καταραμένη καταβόθρα θέλησε να πάρει στο σκοτάδι το δαχτυλίδι μου. Το δικό μου δαχτυλίδι. Κοίταζα από πάνω ανήμπορη. Ήξερα ότι δεν θα το ξαναφορέσω. Ήξερα ότι είχε φύγει μια για πάντα.
Θα σας αγαπώ για πάντα σκέφτηκα. Το ορκίζομαι. Ήθελα να απολογηθώ. Να ζητήσω συγνώμη. Από ποιον και γιατί;...
Μπορώ ακόμα να το δω... Θα το πιάσω. Η βρύση άνοιξε. Το ψεύτικο χρυσαφί του χρώμα δεν ήταν πιο ορατό. Το έχασα. Πάει.